Κυρίες
και κύριοι, αγαπητοί μαθητές,
Ανήκουμε
σε μια χώρα που είναι μικρή στο χώρο, αλλά απέραντη στο χρόνο. Είναι μια φλούδα
γης και όπως την προσδιόρισε ο Γεώργιος Σεφέρης, είναι ένα πέτρινο ακρωτήρι στη
Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού, τη θάλασσα και το
φως του ήλιου.
Γι’
αυτόν τον αγώνα του λαού βρισκόμαστε σήμερα εδώ, για να θυμηθούμε, να τον
τιμήσουμε, να εκφράσουμε το σεβασμό μας στους αγωνιστές, αλλά και σε όλους
εκείνους που κράτησαν στην καρδιά τους άσβεστη τη φλόγα της λευτεριάς.
Σήμερα,
τιμούμε την έναρξη της Επανάστασης του 1821, που αποτελεί το μεγαλύτερο
ιστορικό γεγονός της νεότερης ιστορίας μας, αφού με αυτήν το έθνος μας
κατόρθωσε να αποκτήσει κρατική υπόσταση. Μαζί με την εθνική μας επέτειο
γιορτάζουμε και τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, που συμβολικά ταυτίστηκε με την
επανάσταση του λαού, για να υποδηλώσει ότι το ευαγγέλιο της σωτηρίας του
ανθρώπου εξομοιώνεται με τη λύτρωση του έθνους από τη σκλαβιά.
Στα
τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς, που ακολούθησαν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, οι
Έλληνες πίστευαν ακράδαντα ότι είναι οι συνεχιστές όχι μόνο της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας αλλά και της αρχαίας Ελλάδας κι έτσι απέκτησαν συνείδηση της
ιστορικής τους συνέχειας. Επιπλέον, ο λαός μας κατόρθωσε να μην αφομοιωθεί,
αλλά να διατηρήσει την εθνική του ταυτότητα, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τη
γλώσσα του και τη θρησκεία του. Σ’ αυτό συνέβαλαν πολλοί: η Εκκλησία, που
υπήρξε «η κιβωτός του Έθνους», ο ρασοφόρος δάσκαλος, ο Κοσμάς ο Αιτωλός και οι δάσκαλοι
του Γένους, οι οποίοι με τα κείμενά τους βοήθησαν στην πνευματική αφύπνιση του
Γένους. Ο Ρήγας Φεραίος, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Ευγένιος Βούλγαρις, ο Άνθιμος Γαζής
και άλλοι Έλληνες διαφωτιστές που κοπίασαν για να ριζώσει και να βλαστήσει ο
σπόρος της λευτεριάς.
Χωρίς
αμφιβολία, ο αγώνας αυτός έχει την ουσία και τις διαστάσεις ενός θαύματος.
«Γιατί στο θαύμα κι όχι στη λογική, χρωστάει την ανάστασή του το Γένος» όπως έγραψε
ο στρατηγός Μακρυγιάννης. Η λογική έλεγε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια εξέγερσης
απέναντι στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν, εκ των προτέρων, καταδικασμένη σε
αποτυχία, όπως είχε γίνει και στο παρελθόν με τα διάφορα προεπαναστατικά
κινήματα. Ο Κολοκοτρώνης, αυτή η ηγετική μορφή του αγώνα, γράφει στα
απομνημονεύματά του: «Ο κόσμος μάς έλεγε τρελούς. Ημείς, αν δεν είμεθα τρελοί
δεν εκάναμε την Επανάσταση, διότι ηθέλαμε συλλογισθεί δια πολεμοφόδια,
καβαλαρία και πυροβολικό». Επιπλέον, η
Ευρώπη, οι Μεγάλες δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας ήταν εχθρικές απέναντι στην
Επανάσταση. Κι όμως, η μεθοδική προετοιμασία από τη Φιλική Εταιρεία, οι Κλέφτες
και οι Αρματολοί, η θέληση και η αγωνιστικότητα του λαού έφεραν το ποθούμενο.
«Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση», γράφει ο Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματά
του, «δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχουμε άρματα, ούτε
ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις... αλλά ως μία βροχή έπεσε
σε όλους μας η επιθυμία της Ελευθερίας μας και όλοι, και ο κλήρος και οι
προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και
μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτόν το σκοπό και εκάναμε την επανάσταση».
Από
την Ήπειρο ως το Μοριά και από την Κύπρο και την Κρήτη ως τη Μακεδονία και τα νησιά,
διαδόθηκε η φλόγα της επανάστασης. Ήταν το ξέσπασμα ενός βασανισμένου και
ταπεινωμένου λαού. Ο ραγιάς αρματώνεται, γίνεται ασυμβίβαστος αγωνιστής και
επαναστατεί απέναντι σ’ έναν εχθρό που είχε τα πάντα: στρατό, στόλο, χρήματα
και τη νομιμότητα του κυρίαρχου. Η επανάσταση στην Κύπρο, στη Μακεδονία, στη
Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στα νησιά του Αιγαίου πνίγηκε στο αίμα. Μόνο στην Πελοπόννησο
και στη Στερεά Ελλάδα ο αγώνας πέτυχε και ευδοκίμησε.
Ονόματα
όπως: Κολοκοτρώνης, Διάκος, Παπαφλέσας, Καραϊσκάκης, Υψηλάντης, Μπουμπουλίνα,
Κανάρης, Καρατάσος, Κασομούλης, Παππάς, αλλά και ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου
Κυπριανός και ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, έχουν μείνει στην Ιστορία ως
παραδείγματα ηρωισμού και αυτοθυσίας. Είναι μορφές που πήραν μυθικές διαστάσεις
στη συνείδηση του λαού μας.
Τοπωνύμια
όπως: Δραγατσάνι, Βαλτέτσι, Δερβενάκια, Μανιάκι, Αλαμάνα, Αραπίτσα περιβάλλονται
με το στεφάνι της δόξας, της ηρωικής αντίστασης και της θυσίας. Η άλωση της
Τριπολιτσάς, η σφαγή της Χίου, η καταστροφή των Ψαρών, η έξοδος του Μεσολογγίου
αποτελούν κορυφαίες στιγμές του αγώνα, αποτελούν ολοκαυτώματα ψυχών και
σωμάτων, που συγκίνησαν όλον τον κόσμο και δημιούργησαν ισχυρό ρεύμα
Φιλελληνισμού στην Ευρώπη.
Όμως,
ανάλογα με το αίμα που χύθηκε, το πρώτο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος περιορίστηκε
στα στενά όρια της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας και των Κυκλάδων.
Καταλυτικός παράγοντας για τη μη πραγματοποίηση όλων των εθνικών στόχων ήταν οι
εμφύλιες διαμάχες. Γιατί εκτός από τη φωτεινή πλευρά της Επανάστασης, θα πρέπει
να αναφέρουμε και τη σκιώδη πλευρά της, που δεν ήταν άλλη από τη δολερή διχόνοια,
ανάμεσα στους πολιτικούς και στρατιωτικούς, η οποία δίχασε τον τόπο, έβλαψε την
επανάσταση και έθεσε σε κίνδυνο την επιτυχία της.
Η
Επανάσταση του 1821 δεν ήταν ταξική, όπως η Γαλλική, αλλά ήταν ένας καθολικός
αγώνας και απέδειξε ότι η πίστη στην ελευθερία, η αγωνιστικότητα και η ισχυρή
θέληση ενός λαού, μπορούν να αλλάξουν την ιστορική του μοίρα. Οι Έλληνες
απέδειξαν για μια ακόμα φορά πως κανείς λαός δεν μένει υπόδουλος όταν πάρει την
υπέρτατη απόφαση να ζήσει ελεύθερος ή να πεθάνει. «Η μεγαλοσύνη των λαών δε
μετριέται με το στρέμμα. Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και το αίμα» όπως
πολύ ωραία το διατυπώνει ο Κωστής Παλαμάς.
Τιμώντας,
σήμερα, την Επανάσταση του 1821, αναπόφευκτα γίνονται παραλληλισμοί με την
πρωτόγνωρη δυσμενή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας. Σύμφωνα με
τους ιστορικούς, η άλωση της Πόλης, που ήταν η απαρχή της τουρκοκρατίας, δεν
προήλθε μόνο από τη στρατιωτική ισχύ των Οθωμανών. Προήλθε από την κοινωνική
αναρχία και αποσάρθρωση, την κοινωνική
διαφθορά και ανισότητα, την εξαθλίωση του δημόσιου βίου, την ανάρρηση σε αξιώματα
φαύλων και ανάξιων ανθρώπων, τη διαφθορά των αξιωματούχων και τη ηττοπάθεια των
αρχόντων. Αλλά και ο στρατηγός Μακρυγιάννης, αυτός ο αγνός αγωνιστής της
επανάστασης, στα Απομνημονεύματά του, στηλιτεύει δριμύτατα αντίστοιχες
καταστάσεις που επικρατούσαν στις πρώτες δεκαετίες ύπαρξης του Ελληνικού
κράτους. Μήπως παρόμοια φαινόμενα δεν παρατηρούνται και σήμερα;
Τότε
είχαμε να αντιμετωπίσουμε μια ισχυρή Οθωμανική αυτοκρατορία, ενώ σήμερα βρισκόμαστε
αντιμέτωποι με διάφορα ισχυρά απρόσωπα οικονομικά κέντρα που με αναίδεια
διασύρουν την πατρίδα μας και προσπαθούν «να κάνουν στάχτη έναν λαό που είναι
αιώνια φλόγα», όπως έγραψε ο Κώστας Βάρναλης. Βέβαια γι’ αυτή την οδυνηρή
κατάσταση ευθύνονται όλοι, από την κορυφή μέχρι τη βάση της πολιτικής και
κοινωνικής πυραμίδας. Όλοι όσοι νομιμοποίησαν τη διαφθορά, εισήγαγαν έναν
αμοραλισμό ξένο προς τα ήθη της ελληνικής κοινωνίας και κατάργησαν παραδοσιακές
αξίες που χαρακτήριζαν τον ελληνικό λαό. Αλλά και όλοι εμείς που προτάξαμε την ατομικότητα
και το προσωπικό συμφέρον έναντι της συλλογικότητας και της κοινωνικής
προσφοράς. Όλοι εμείς που ανεχτήκαμε και επιτρέψαμε να κυριαρχήσει η φαυλότητα,
η ανομία, η αναξιοκρατία και η ατιμωρησία των σύγχρονων Αρδιαίων και
Ηρόστρατων.
Σ’
αυτήν τη δύσκολη στιγμή που περνά η πατρίδα μας, θα πρέπει να ανατρέξουμε και
να αναβαπτιστούμε στις αξίες και στα ιδανικά του ’21, στο «εμείς» του Μακρυγιάννη, στον πατριωτισμό και τη θυσία των
αγωνιστών, να
κρατήσουμε αυτά που μας ενώνουν και
να αναλογιστούμε «τι χάσαμε, τι έχουμε και τι μας πρέπει».
Αγαπητά
μας παιδιά, εσείς που είστε το μέλλον της πατρίδας, εσείς που μεταφέρετε όλα τα
χαρακτηριστικά της ελληνικής ψυχής, ακολουθήστε τη συμβουλή του Θεόδωρου
Κολοκοτρώνη και του Αδαμάντιου Κοραή. Ο πρώτος, ο αγράμματος πρωταγωνιστής της
Επανάστασης, στην ιστορική του ομιλία στην Πνύκα προέτρεψε τους νέους να
σκλαβωθούν στα γράμματα τους και να δοθούν στις σπουδές τους. Ο δεύτερος με την
προστακτική του «δράξασθε παιδείας» καθιστά σαφές ότι μόνο μέσα από την παιδεία
θα γίνετε ελεύθεροι άνθρωποι, και όποιος είναι ελεύθερος συλλογάται καλά και
άρα ενεργεί σωστά.
Πορευθείτε
με όραμα και στόχους στη ζωή σας, προσπαθήστε και αγωνιστείτε, με πίστη και
αρετή, για την πραγμάτωσή τους, εμπνευστείτε από τα ιδανικά του ’21 και τις
διαχρονικές αξίες του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, για να μπορέσει πάλι, χάρη
σε σας, να ξαναλάμψει το ελληνικό φως και να κερδίσουμε το σεβασμό που μας
αξίζει.
Σας
ευχαριστώ!